Άνοιξε τα μάτια ξαφνιασμένος. Κάπου κοντά του μια γνώριμη γυναικεία φωνή τραγουδούσε ένα παλιό τραγούδι, φερμένο σ’ εκείνον με τη φορά του ανέμου. Στάθηκε ανίκητος, σαν να προσπαθούσε να γίνει και εκείνος μέρος της μελωδίας. Ξαφνικά, το φάντασμα της μοναξιάς του δεν ήταν πια κοντά. Είχε δραπετεύσει για κάπου αλλού. Αισθάνθηκε ένα κύμα ευφορίας να κατακλύζει όλο του το σώμα. Τίποτα δεν είχε σημασία. Ζούσε μόνο για τη στιγμή… Οι στίχοι του τραγουδιού χάιδευαν απαλά την ψυχή του, σαν το δοξάρι που ακουμπά στοργικά στο βιολί, να το καλοπιάσει, να χαρίσει τη μουσική του σε εκείνους που το επιθυμούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου